Monday, April 30, 2012

Πρόγραμμα Μαζικής Ενεργειακής Αναβάθμισης των Κτιρίων του Δημοσίου Τομέα μέσω ΧΑΤ

A. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Κανονιστικό πλαίσιο
Στο πλαίσιο της εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Πολιτικής «Ευρώπη 2020», η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) έχει θέσει στα κράτη-μέλη ως ενδεικτικό εθνικό ενδεικτικό στόχο εξοικονόμησης ενέργειας 20% μέχρι το 2020 , το οποίο αναμένεται να επιτευχθεί με δράσεις βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση. Οι δράσεις αυτές αναφέρονται σε μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας και επενδύσεις ενεργειακής αποδοτικότητας στον κτιριακό τομέα, τη βιομηχανία και τις μεταφορές.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επίσης συμπεράνει μέσω της οδηγίας 2002/91/ΕΚ, ότι ο τριτογενής τομέας, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου είναι ο κτιριακός, αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 40% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στα κράτη-μέλη. Για το λόγο αυτό, ο κτιριακός τομέας έχει το μεγαλύτερο δυναμικό για εξοικονόμηση ενέργειας.
Στο πλαίσιο αυτό και έχοντας ως βάση την οδηγία της ΕΕ 2006/32/ΕΚ (επίκειται έκδοση νέας) και παραδείγματα από χώρες του εξωτερικού, ψηφίστηκε στην Ελλάδα ο N. 3661/2008 (ΦΕΚ Α΄8 9) για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, ο οποίος τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το Ν.3855/2010 και την Υ.Α. Δ6/13280/14.06.2011. Βάσει επίσης απόφασης της Ελληνικής Κυβέρνησης, το Δημόσιο και οι φορείς του πρόκειται να πρωταγωνιστήσουν στη λήψη μέτρων βελτίωσης ενεργειακής απόδοσης.
Στο πλαίσιο των αναγκαίων σχετικών κανονιστικών ρυθμίσεων, εγκρίθηκε ο Κανονισμός Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων (ΚΕΝΑΚ), όπου ενσωματώνεται πλέον η έννοια του ολοκληρωμένου ενεργειακού σχεδιασμού στη μελέτη των κτιρίων με σκοπό τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσής τους, την εξοικονόμηση ενέργειας και την προστασία του περιβάλλοντος. Στην προσπάθεια εφαρμογής του ΚΕΝΑΚ, το ΥΠΕΚΑ σχεδίασε το πρόγραμμα «Χτίζοντας το μέλλον» που προβλέπει επιδεικτικές δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας σε όλη τη χώρα ως το 2020.
Το πρόβλημα στο κτιριακό περιβάλλον της Ελλάδας
Ο κτιριακός τομέας, εκτός από ένα σημαντικό τμήμα της οικονομίας, ευθύνεται, σύμφωνα με στοιχεία του ΥΠΕΚΑ, για πάνω από το 30% περίπου των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στη χώρα λόγω κυρίως της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων για τη θέρμανση στις μεγάλες αστικές περιοχές. Επίσης, σύμφωνα πάντα με στοιχεία του ΥΠΕΚΑ, τα κτίρια οφείλονται για το 35-40% περίπου της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης. Ταυτόχρονα, ο ρυθμός αύξησης της ενεργειακής κατανάλωσης των κτιρίων στην χώρα μας είναι εξαιρετικά μεγάλος. Σύμφωνα με στοιχεία του ΚΑΠΕ , πριν την περίοδο της κρίσης, διογκωνόταν συνεχώς σε απόλυτη τιμή. Για παράδειγμα, είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την περίοδο 2000–2005, αυξήθηκε η ενεργειακή τους κατανάλωση κατά 24%, μια από τις μεγαλύτερες αυξήσεις στην Ευρώπη.
Το θέμα της ενεργειακής σπατάλης είναι επίσης σημαντικό, καθώς σύμφωνα με στοιχεία του ΥΠΕΚΑ, οι χρήστες κτιρίων στην ελληνική επικράτεια έχουν την μεγαλύτερη ενεργειακή κατανάλωση στην Ευρώπη. Για παράδειγμα, συμφώνα με την Εurostat, τα ελληνικά νοικοκυριά παρουσιάζουν, με κλιματική ανάγωγη, την μεγαλύτερη ενεργειακή κατανάλωση στην Ευρώπη, περίπου 30% μεγαλύτερη από αυτή της Ισπανίας και περίπου διπλάσια από την κατανάλωση της Πορτογαλίας, ενώ είναι σημαντικά μεγαλύτερη από χώρες με ψυχρότερο κλίμα όπως το Βέλγιο και οι Σκανδιναβικές χώρες.
Τα δεδομένα αυτά αποδεικνύουν αφενός την εξαιρετική σημασία του κτιριακού τομέα στο όλο ενεργειακό ισοζύγιο, ενώ παράλληλα αναδεικνύουν το γιγαντιαίο δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας. Καθώς οι επενδύσεις στην κατασκευή νέων κτιρίων θα είναι περιορισμένες σε σχέση με το παρελθόν (λόγω και της οικονομικής κατάστασης), ο στόχος είναι να αναβαθμιστεί η υπάρχουσα υποδομή. Και κατά συνέπεια, για τον περιορισμό των εκπομπών αεριών του θερμοκηπίου, θα πρέπει να στοχεύσουμε στην εξοικονόμηση ενέργειας (ηλεκτρικής και θερμικής) στα κτίρια και την παραγωγή καθαρής ενέργειας μέσω δράσεων όπως η τοποθέτηση φωτοβoλταϊκών συστημάτων στις ταράτσες.
Για παράδειγμα, με βάση σχετικές στατιστικές η ενεργειακή κατανάλωση των κτιρίων γραφείων στην χώρα μας έχει διαπιστωθεί συγκριτικά η μεγαλύτερη ανάμεσα στις Ευρωπαϊκές χώρες. Κατά συνέπεια, έργα ενεργειακής αναβάθμισης σε γραφεία θα είχαν σημαντικά οικονομικά οφέλη για τους χρήστες των κτιρίων γιατί θα περιόριζαν τα λειτουργικά ενεργειακά τους κόστη και τα έξοδα συντήρησής τους.
Β. ΠΡΟΤΑΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
Η πρόταση
Το παρόν κείμενο έχει σαν στόχο να παρουσιάσει μια ολοκληρωμένη πρόταση για την προώθηση μιας βιώσιμης αναπτυξιακής πολιτικής πράσινης (ενεργειακής) αναβάθμισης μη οικιστικών κτιρίων, και κατά συνέπεια του δομημένου περιβάλλοντος της χώρας μας. Η πρόταση αυτή αναφέρεται σε ένα πρόγραμμα που θα επιδιώκει την μαζική ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα από εξειδικευμένες εταιρείες, τις Επιχειρήσεις Ενεργειακών Υπηρεσιών (ΕΕΥ) με Χρηματοδότηση Από Τρίτους (ΧΑΤ). Το πρόγραμμα αυτό θα λειτουργήσει ως βασικός μηχανισμός εκκίνησης και επιτάχυνσης των έργων ενεργειακής εξοικονόμησης στον υπάρχοντα εμπορικό και τριτογενή κτιριακό τομέα της Ελλάδας.
Πρόκειται για μία πρόταση μηδενικού κόστους για το Ελληνικό Δημόσιο, χωρίς επιδοτήσεις, για να αναβαθμιστούν ενεργειακά μαζικά δημόσια κτίρια κύριας και συνεχούς χρήσης. Και αναφερόμαστε σε λύσεις μηδενικού κόστους για το Ελληνικό Δημόσιο, γιατί τα κρατικά κονδύλια δεν χρησιμοποιούνται πάντα με το βέλτιστο δυνατό τρόπο και φυσικά γιατί η χώρα βρίσκεται τώρα σε δεινή οικονομική κατάσταση και πολύ απλά έχουν μειωθεί τα διαθέσιμα χρήματα για κρατικές επενδύσεις.
Η στρατηγική διάσταση της πρότασης
Το όφελος από ένα τέτοιο μαζικό πρόγραμμα ενεργειακής αναβάθμισης κτιρίων κύριας και συνεχούς χρήσης του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, μηδενικού κόστους για το Ελληνικό Δημόσιο, δεν είναι μόνο πρακτικό. Η κατάρτιση συμβάσεων ΧΑΤ για τα έργα αυτά από τις ΕΕΥ θα αναπτύξει και θα ωριμάσει ένα εξαιρετικά ελκυστικό χρηματοδοτικό εργαλείο προώθησης των επενδύσεων αυτών και στον ιδιωτικό κτιριακό τομέα της Ελλάδας. Θα δοθεί κατά αυτό τον τρόπο κίνητρο στους ιδιοκτήτες (επενδυτές ή χρήστες) μη οικιστικών κτιρίων να προχωρήσουν κι αυτοί σε πράσινη αναβάθμιση τους. Παράλληλα, λόγω της ταυτόχρονης μαζικής αναβάθμισης δημοσίων κτιρίων, που κατά κανόνα είναι μεγάλης κλίμακας, θα επιτραπεί ευκολότερα η διείσδυση νέων ενεργειακά αποδοτικών τεχνολογιών στην αγορά. Ακόμα, ένα τέτοιο μαζικό πρόγραμμα, θα αποτελέσει πεδίο ελέγχου, ανάλυσης και προσδιορισμού της αποδοτικότητας των πολιτικών ρύθμισης των ενεργειακών και περιβαλλοντικών παραμέτρων στον κτιριακό τομέα.
H επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης στο δομημένο περιβάλλον προϋποθέτει εντοπισμένες δράσεις στην πράσινη ανάπλαση του κτιριακού αποθέματος. Πρέπει όμως από κάπου να ξεκινήσουμε. Γι αυτό και μια μαζική ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, μηδενικού κόστους για το Ελληνικό Δημόσιο, θα αποτελέσει μια αξιόπιστη και αποτελεσματική εκκίνηση για το βασικό ζητούμενο. Εκτός από την αυτονόητη ανάγκη για κατασκευή νέων βιώσιμων κτιρίων, είναι η μαζική μετατροπή υπαρχόντων κτιρίων, ιδιωτικών και δημόσιων, σε περισσότερο ενεργειακά αποδοτικά.
Η αναπτυξιακή διάσταση της πρότασης
Μεταξύ άλλων, τα αποτελέσματα του προτεινόμενου προγράμματος θα ήταν:
1) H μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης των δημόσιων κτιρίων
2) Η ανάπτυξη ελληνικής τεχνογνωσίας σε συστήματα ενεργειακού σχεδιασμού και διαχείρισης
3) Η τόνωση της οικοδομικής δραστηριότητας και η βελτίωση των σχετικών επενδύσεων στην χώρα
4) Η ενδυνάμωση της εγχώριας βιομηχανίας δομικών υλικών φιλικών προς το περιβάλλον και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς της
5) Η αύξηση της προσφοράς εργασίας στον τεχνικό κόσμο και κυρίως στους νέους επιστήμονες
6) Η ανάπτυξη από τα εγχώρια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα νέων διεθνώς ανταγωνιστικών επενδυτικών δανειοδοτικών προϊόντων χρηματοδότησης έργων ενεργειακής εξοικονόμησης
7) Η αύξηση χρήσης ανανεώσιμων και ήπιων μορφών ενέργειας στον κτιριακό ενεργειακό ισοζύγιο
8) Η μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τον δημόσιο κτιριακό τομέα
9) H βελτίωση της ποιότητας εργασίας και της παραγωγικότητας των δημόσιων υπαλλήλων που θα παραμείνουν να εργάζονται στα αναβαθμισμένα κτίρια.

Γ. ΤΡΟΠΟΙ ΕΠΙΤΕΥΞΗΣ
Το στρατηγικό πρόγραμμα
Ο ευρύτερος Δημόσιος Τομέας είναι ιδιοκτήτης και χρήστης ενός μεγάλου χαρτοφυλακίου ακίνητης περιουσίας. Γι’ αυτό χρειάζεται να αποκτήσει όραμα για τη χρήση των κτιριακών εγκαταστάσεών του και να διαμορφώσει τη στρατηγική διαχείρισης της ακίνητης περιουσίας του. Ένα προτεινόμενο όραμα θα ήταν:
«Το Δημόσιο θα χρησιμοποιεί ένα χαρτοφυλάκιο ακίνητης περιουσίας για τις κύριες ανάγκες του σε κατάλληλη γεωγραφία που θα καλύπτει στρατηγικά το επιχειρησιακό του έργο με το βέλτιστο δυνατό λειτουργικό κόστος μέσα από την υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών και πράσινων δράσεων»
Παρατίθεται σχηματικά παρακάτω στο σχήμα 1 μια περιληπτική κατηγοριοποίηση ενός μεγάλου μη επενδυτικού χαρτοφυλακίου ακίνητης περιουσίας που χρησιμοποιείται από ένα οργανισμό για την κάλυψη των επιχειρησιακών και λειτουργικών αναγκών του.
Σχήμα 1: Κατηγοριοποίηση ενός μη επενδυτικού χαρτοφυλακίου ακίνητης περιουσίας

Είναι προφανές ότι για να γίνει μια σωστή κατηγοριοποίηση των κτιρίων του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, χρειάζεται πρωτίστως αξιολόγηση της ακίνητης περιουσίας του. Αυτή θα γίνει με βάση της επιχειρησιακές και λειτουργικές ανάγκες του. Με τον τρόπο αυτό, θα προκύψει η σημαντικότητα των επιμέρους ακινήτων ιδιόχρησης, η στοχοποίηση των πιθανών δράσεων και λειτουργικών παρεμβάσεων αλλά και οι όποιες δυνατότητες εμπορικής εκμετάλλευσης των πλεονασματικών ακίνητων περιουσιακών στοιχείων.
Στην ακίνητη περιουσία κύριας και συνεχούς χρήσης συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, κτίρια διοίκησης Υπουργείων, Δημόσιων Οργανισμών, Περιφερειακής και Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Ενόπλων Δυνάμεων, Νοσοκομεία, Σχολεία και Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, Ερευνητικά Κέντρα και Αθλητικές Εγκαταστάσεις. Τα δημόσιας ιδιοκτησίας κτίρια που είναι νοικιασμένα σε ιδιώτες δεν ανήκουν στην παραπάνω κατηγορία και πρέπει να δοθούν άμεσα στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ). Το ίδιο ισχύει και για τα υπόλοιπα εμπορικά εκμεταλλεύσιμα ακίνητα που δεν ανήκουν στο χαρτοφυλάκιο αναφοράς, όπως δομήσιμες εκτάσεις γης ή τουριστικές εγκαταστάσεις.
Από τα δημόσια κτίρια που θα αξιολογηθούν, θα προτιμηθούν για τις πρώτες πιλοτικές δράσεις εκείνα όπου οι ενεργειακές παρεμβάσεις θα έχουν το μέγιστο δυνατό όφελος με το μικρότερο δυνατό κόστος. Για παράδειγμα, τα κτίρια που έχουν κατασκευαστεί πριν από την εφαρμογή του κανονισμού θερμομόνωσης του 1979 είναι υποβαθμισμένα ποιοτικά και παρουσιάζουν μεγαλύτερη ενεργειακή κατανάλωση, οποτέ το όφελος από τα έργα αναβάθμισης θα είναι μεγαλύτερο.
Γενικότερα, τα δημόσια κτίρια που θα ενταχθούν στο πρόγραμμα ενεργειακής αναβάθμισης θα πρέπει μετά την ολοκλήρωση της επένδυσης να καλύπτουν τις ανάγκες και τις συνθήκες άνεσης των χρηστών και να συνεχίσουν να ενθαρρύνουν την εφαρμογή τεχνολογιών που συμβάλλουν στην αειφορία. Θα πρέπει τέλος να αποφευχθούν έργα ενεργειακής αναβάθμισης βραχυπρόθεσμης λογικής, γιατί κάτι τέτοιο θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο οποιαδήποτε προσπάθεια μακροπρόθεσμου σχεδιασμού και αποδοτικότητας του προτεινόμενου προγράμματος.
Χρηματοδότηση του Προγράμματος
Η σταθερότητα χρηματοδότησης είναι σημαντικός παράγοντας για την επιτυχία υλοποίησης του συγκεκριμένου προγράμματος μαζικής ενεργειακής αναβάθμισης κτιρίων του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, μηδενικού κόστους για το Ελληνικό Δημόσιο. Η σταθερότητα χρηματοδότησης θα διατηρήσει την απαραίτητη εμπιστοσύνη όλων των εμπλεκόμενων (επιχειρησιακοί σύμβουλοι, μελετητές, επιβλέποντες, εργολάβοι, τεχνικοί, προμηθευτές, προσωπικό, χρήστες) και θα αποτελέσει έμπρακτη απόδειξη δέσμευσης για τη σημασία και την αναγκαιότητα απρόσκοπτης συνέχισης της υλοποίησης του προγράμματος.
ΧΑΤ από τις ΕΕΥ
Στην ενεργειακή αναβάθμιση των δημοσίων κτιρίων συμβάλει το νομοσχέδιο του ΥΠΕΚΑ που προβλέπει τη δυνατότητα παροχής προς τους ενεργειακούς καταναλωτές (ιδιοκτήτες και/ή χρήστες κτιρίων) υπηρεσιών ενεργειακής αναβάθμισης από εξειδικευμένες εταιρείες, τις Επιχειρήσεις Ενεργειακών Υπηρεσιών (ΕΕΥ), και της κατάρτισης συμβάσεων Χρηματοδότησης Από Τρίτους (ΧΑΤ) για τα έργα αυτα. Το μοντέλο εφαρμόζεται χρόνια στο εξωτερικό και έχει αποφέρει σημαντικά αποτελέσματα σε κτίρια του δημόσιου τομέα άλλων χωρών (π.χ. Αυστραλία, Η.Π.Α, Γερμανία κτλ).
Οι ΕΕΥ, γνωστές και ως ESCοs, θα διαδραματίσουν ένα σημαντικό ρόλο στον εντοπισμό, στην αξιολόγηση, στο σχεδιασμό, στην υλοποίηση και στη διαχείριση των έργων ενεργειακής αναβάθμισης του. Ένα συμβόλαιο θα υπογράφεται μεταξύ του ενεργειακού καταναλωτή (Δημόσιο) και της ΕΕΥ που θα προβλέπει τις διαδικασίες και τη χρονική διάρκεια αποπληρωμής των έργων. Το αποτέλεσμα είναι οι ΕΕΥ, σε συνεργασία με τραπεζικούς οργανισμούς και επενδυτές που στηρίζουν τη χρηματοδότηση ανάλογων έργων, να αναλαμβάνουν εξ ολοκλήρου το κόστος της ενεργειακής αναβάθμισης αναλαμβάνοντας τον χρηματοοικονομικό κίνδυνο. Οι ΕΕΥ θα αποπληρώνονται σταδιακά από το οικονομικό όφελος που προκύπτει για το Δημόσιο από τη μείωση του κόστους ενεργειακής κατανάλωσης μετά την υλοποίηση των παρεμβάσεων που προτείνουν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το Δημόσιο να μην χρειάζεται να χρηματοδοτήσει το κόστος των έργων.
Για να είναι οι ΕΕΥ πιο αποτελεσματικές στις προσφερόμενες υπηρεσίες τους θα χρειαστεί να τους δοθούν κίνητρα μηδενικού κόστος από το κράτος. Μερικά εργαλεία που θα μπορούσαν να διευκολύνουν θα ήταν η θέσπιση φοροαπαλλαγών κατά τη διάρκεια απόσβεσης των έργων, χαμηλότοκα σχετικά δανειοδοτικά προγράμματα από αναπτυξιακά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή δυνατότητα πώλησης δικαιωμάτων ρύπων.
Άλλες χρηματοδοτικές στρατηγικές ενεργειακής εξοικoνόμησης
Οι στρατηγικές που παρατίθενται παρακάτω δεν εγγυούνται εύκολη χρηματοδότηση για έργα ενεργειακής εξοικονόμησης, αλλά αποτελούν ένα συνδυασμό που έχει αποδειχθεί στο παρελθόν ότι λειτουργεί.
Συγκέντρωση δημοσίων κτιρίων με βάση τους χρήστες, το είδος και τη γεωγραφία: Παρόμοιου τυπου κτίρια (π.χ. Διοίκησης) που δεν απέχουν γεωγραφικά σημαντικά μπορούν να συγκεντρωθούν ως ένα μεγαλύτερο έργου, το κόστος του έργου μπορεί να φτάσει σε επίπεδο που να θεωρείται ελκυστικό για χρηματοδότηση από της ΕΕΥ και εξειδικευμένα επενδυτικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Συμμετοχή των Εταιρειών Κοινής Ωφέλειας στις χρηματοδοτήσεις: Οι εταιρείες παροχής ηλεκτρικού θα μπορούσαν να προσφέρουν πιστώσεις και να χρηματοδοτήσουν μέρος των έργων ενεργειακής αναβάθμισης. Η αποπληρωμή των πιστώσεων τους θα γινόταν μέσω της διαχείρισης των λογαριασμών ηλεκτρικού μετά την ολοκλήρωση των έργων. Οι εταιρείες αυτές θα μπορούσαν να λειτουργήσουν και ως συνεργάτες κατά τη διάρκεια σχεδιασμού του προγράμματος χρηματοδοτήσεων.
Διεθνείς και εγχώριες αναπτυξιακές τράπεζες και ταμεία: Τα ιδρύματα αυτά έχουν τα περισσότερα διαχρονικές σχέσεις με τις εταιρείες παροχής ηλεκτρισμού και μπορούν να κατανοήσουν καλύτερα τη φύση και τις ιδιαιτερότητες των έργων ενεργειακής αναβάθμισης. Για το λόγο αυτό έχουν ήδη εξελίξει σχετικά χρηματοδοτικά προιόντα και μοχλεύσει κατάλληλα ιδιωτικά και δημόσια κεφάλαια.
Χρήση των προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Επενδυτικής Τράπεζα (ΕΤΕπ): Χρηματοδοτικά προϊόντα της ΕΤΕπ για επενδύσεις σε έργα ενεργειακής εξοικονόμησης περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων ιδία επενδυτικά κεφάλαια και δομημένα δανειοδοτικά προγράμματα. Τα πιο γνωστά προγράμματα είναι:
 Το JESSICA (Joint European Support for Sustainable Investment in City Areas) που προσφέρει στα Κράτη Μέλη (ΚΜ) και τις Διαχειριστικές Αρχές (ΔΑ) τη δυνατότητα ανακυκλούμενης μόχλευσης σε επιχορηγήσεις από τα Επιχειρησιακά Προγράμματα (ΕΠ) που στοχεύουν σε βιώσιμες οικονομικά επενδύσεις αστικής ανάπλασης και ανάπτυξης. Μέσω του JESSICA δεν επιδεινώνονται τα δημόσια οικονομικά. Επίσης, παρέχεται τεχνική, οικονομική και διαχειριστική υποστήριξη.
 Το ΕLΕΝΑ (European Local Energy Assistance) προκύπτει από τη συνεργασία της Ευρωπαίκης Κεντρικής Τράπεζας και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕ) για την υποστήριξη τοπικών και περιφερειακών αρχών στο πλαίσιο της επίτευξης των στόχων της Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Πολιτικής «Ευρώπη 2020». Το πρόγραμμα χρηματοδοτείται από την ΕΕ και πρόκειται για επιχορήγηση που διαχειρίζεται η ΕΤΕπ. Προβλέπεται τραπεζική μόχλευση στο 20%. Ο στόχος του προγράμματος είναι η βοήθεια μικρού και μεσαίου μεγέθους δήμων για την εκτέλεση έργων ενεργειακής αποδοτικότητας. Η βοήθεια αυτή περιλαμβάνει τις προπαρασκευαστικές δραστηριότητες.
Διαχείριση του σχετικού προγράμματος έργων
Για μια βέλτιστη διαχείριση του σχετικού προγράμματος έργων, θα χρειαστεί στρατηγικός σχεδιασμός, ώστε ο στόχος της αναβάθμισης των δημόσιων κτιρίων, εκτός από την εξοικονόμηση λειτουργικού και ενεργειακού κόστους, να συνδυάζεται και με τη βελτίωση των υπηρεσιών στέγασης του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα.
Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να θεσμοθετηθεί ένα διαχειριστικό και επιτελικό τμήμα διαχείρισης του προγράμματος (Programme Management Office – PMO) στο οποίο θα συμμετέχουν διεθνείς και εγχώριες εξειδικευμενες συμβουλευτικές εταιρείες στη χρηματοδότηση και διαχείριση έργων. Το τμήμα αυτό θα αναφέρεται στο Υπουργείο Οικονομικών και θα θέτει μετρήσιμους στόχους σε θέματα εξοικονόμησης λειτουργικού κόστους και βέλτιστης λειτουργίας του υπό αναβάθμιση χαρτοφυλακίου δημόσιων κτιρίων. Το προτεινόμενο τμήμα οφείλει ακόμη να διαχειριστεί ένα σύγχρονο πληροφοριακό σύστημα διαχείρισης δεδομένων σχετικού με τη λειτουργία των δημόσιων κτιριακών υποδομών. Με τον τρόπο αυτό θα γίνει ευκολότερη και η παρακολούθηση του προγράμματος των έργων.
Το πρόγραμμα μιας μαζικής ενεργειακής αναβάθμισης του κτιριακού αποθέματος κύριας και συνεχούς χρήσης του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, μηδενικού κόστους για το Δημόσιο, απαιτεί πρωτοβουλίες τόσο στο νομοθετικό όσο και στο τεχνικό πεδίο. Απαιτεί επίσης να συνοδεύεται από στοχευμένες δράσεις στον τομέα της ενημέρωσης και της εκπαίδευσης, με σκοπό την αφύπνιση της κοινωνίας και τη δημιουργία ενεργειακής συνείδησης στους πολίτες
Μερικά συμπεράσματα
Η χώρα ήταν για περίπου 30 χρόνια εγκλωβισμένη σε μια πραγματικότητα που χαρακτηρίζεται, εκτός όλων των άλλων, από εξωφρενικά υψηλή κατανάλωση ενέργειας στον κτιριακό τομέα. Το γεγονός αυτό έχει αυξήσει δραματικά την ανάγκη να χρηματοδοτήσει δράσεις βελτίωσης της ποιότητας του δομημένου περιβάλλοντός της.
Για το λόγο αυτό, είναι απαραίτητες προσπάθειες και οι πρωτοβουλίες ευρύτερης αποδοχής το μήνυμα των οποίων είναι θετικό και το αποτέλεσμα μετρήσιμο και κατανοητό με απλούς όρους και μεγέθη (π.χ. σε πόσους τόνους πετρελαίου αντιστοιχεί η εξοικονόμηση ενέργειας που πετυχαίνεται με μια συγκεκριμένη δράση κλπ). Το προτεινόμενο πρόγραμμα μαζικής ενεργειακής αναβάθμισης των κτιρίων, κύριας και συνεχούς χρήσης, του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, μηδενικού κόστους για το ελληνικό Δημόσιο, αποτελεί ίσως ένα από τα καλύτερα θετικά παραδείγματα δράσεων που μπορεί να τύχουν της αποδοχής των πολιτών και της επιχειρηματικής κοινότητας αν προετοιμαστεί συντονισμένα και στρατηγικά.
Το προτεινόμενο πρόγραμμα, εκτός από τη στρατηγική και αναπτυξιακή διάσταση του που αναφέρθηκε παραπάνω, θα πρέπει να συνδυάζει ως στόχο και τη βελτίωση των υπηρεσιών, επιχειρησιακών και λειτουργικών, στέγασης του Δημοσίου. Το Δημόσιο που διατηρεί στη σημερινή εποχή ένα μεγάλο χαρτοφυλάκιο ακίνητης περιουσίας, οφείλει εν τέλει να το διαχειριστεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να βρίσκεται στην κατάλληλη γεωγραφία και να καλύπτει στρατηγικά το επιχειρησιακό του έργο με το βέλτιστο δυνατό λειτουργικό κόστος μέσα από την υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών και πράσινων δράσεων.
diavouleusi.eliamep.gr

No comments:

Post a Comment

Only News

EL News

Blog Widget by LinkWithin